Μπουσουλάω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: μπουσουλάω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
rastejamento, rastejar, engatinhar, arrepiar, rastreamento
Μπουσουλάω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μπουσουλάω

ονειροκρίτης μπουσουλάω, μπουσουλάω αγγλικα, μπουσουλάω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, μπουσουλάω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • μπουμπούκι στα πορτογαλικά - broto, bud, botão, gemas, gema
  • μπουντρούμι στα πορτογαλικά - calabouço, masmorra, Masmorras, de Masmorras, Porão
  • μπουφές στα πορτογαλικά - bufete, aparador, armário, bufê, buffet, buffet de, buffet de pequeno
  • μποϋκοτάρω στα πορτογαλικά - boicotar, boicotear, boicote, de boicote, boycott, o boicote
Τυχαίες λέξεις
Μπουσουλάω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: rastejamento, rastejar, engatinhar, arrepiar, rastreamento