Μπουσουλάω στα ουκρανικά
Μετάφραση: μπουσουλάω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
плазування, повзання, повзати, плазувати, ползать
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μπουσουλάω
ονειροκρίτης μπουσουλάω, μπουσουλάω αγγλικα, μπουσουλάω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μπουσουλάω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- μπουμπούκι στα ουκρανικά - брунька, бутон, пуп'янок
- μπουντρούμι στα ουκρανικά - темниця, в'язниця, Темница
- μπουφές στα ουκρανικά - вагон-ресторан, буфет, вдаряти, боротися, бороти, сервант, їдальня, ...
- μποϋκοτάρω στα ουκρανικά - бойкот, бойкотувати
Τυχαίες λέξεις
Μπουσουλάω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: плазування, повзання, повзати, плазувати, ползать
Μεταφράσεις: плазування, повзання, повзати, плазувати, ползать