Μυρίζω στα δανικά

Μετάφραση: μυρίζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
lugte, lugt, dufte, duft, aroma, duften, lugten
Μυρίζω στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μυρίζω

μυρίζω σκόρδο, μυρίζω συνώνυμα, δεν μυρίζω, μυρίζω άσχημα, μυρίζω τα νύχια μου, μυρίζω λεξικό γλώσσας δανικά, μυρίζω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • μυθολογία στα δανικά - mytologi, mytologien
  • μυλωνάς στα δανικά - Miller, mølleren, møller, møllerens
  • μυρμήγκι στα δανικά - myre, ant, For, myren, Antenne
  • μυρσίνη στα δανικά - myrtle, myrte, myrter, myrtevoks, i Myrtle
Τυχαίες λέξεις
Μυρίζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: lugte, lugt, dufte, duft, aroma, duften, lugten