Μυρίζω στα λιθουανικά
Μετάφραση: μυρίζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kvapas, aromatas, kvepėti, kvapo, kvapą, kvapu
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μυρίζω
μυρίζω σκόρδο, μυρίζω συνώνυμα, δεν μυρίζω, μυρίζω άσχημα, μυρίζω τα νύχια μου, μυρίζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, μυρίζω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- μυθολογία στα λιθουανικά - mitologija, mitologijoje, mitologijos, mitologiją, mitas
- μυλωνάς στα λιθουανικά - malūnininkas, Miller, Milleris, frezuotojas, malūnininko
- μυρμήγκι στα λιθουανικά - skruzdėlė, skruzdė, Ant, skruzdžių, Skudru, skruzdėlių
- μυρσίνη στα λιθουανικά - mirta, mirtų, Myrtle, mirtos, Mirtl
Τυχαίες λέξεις
Μυρίζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: kvapas, aromatas, kvepėti, kvapo, kvapą, kvapu
Μεταφράσεις: kvapas, aromatas, kvepėti, kvapo, kvapą, kvapu