Μυρίζω στα σουηδικά
Μετάφραση: μυρίζω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
doft, arom, lukta, lukt, lukten, doften, luktar
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μυρίζω
μυρίζω σκόρδο, μυρίζω συνώνυμα, δεν μυρίζω, μυρίζω άσχημα, μυρίζω τα νύχια μου, μυρίζω λεξικό γλώσσας σουηδικά, μυρίζω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- μυθολογία στα σουηδικά - mytologi, mythology, mytologin, mythen, mytologins
- μυλωνάς στα σουηδικά - mjölnare, miller, mjölnaren, mjöln
- μυρμήγκι στα σουηδικά - myra, ant, myra som, myran
- μυρσίνη στα σουηδικά - myrten, Myrtle, myrtenvax, för Myrtle
Τυχαίες λέξεις
Μυρίζω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: doft, arom, lukta, lukt, lukten, doften, luktar
Μεταφράσεις: doft, arom, lukta, lukt, lukten, doften, luktar