Μόρτης στα δανικά
Μετάφραση: μόρτης, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
rumpe, bagdel, ende, ryggesløse, slyngelagtigt, skurkagtige
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μόρτης
μόρτησ ετυμολογία, slang μόρτης, ο μόρτης, μόρτης λεξικό γλώσσας δανικά, μόρτης στα δανικά
Μεταφράσεις
- μόνος στα δανικά - isoleret, alene, ensom, eneste, enkelt, kun, blot, ...
- μόριο στα δανικά - partikel, molekyle, molekylet
- μόρφωση στα δανικά - opdragelse, uddannelse, undervisning, uddannelser, uddannelses-
- μόσχευμα στα δανικά - graft, transplantat, transplantatet, implantatet
Τυχαίες λέξεις
Μόρτης στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: rumpe, bagdel, ende, ryggesløse, slyngelagtigt, skurkagtige
Μεταφράσεις: rumpe, bagdel, ende, ryggesløse, slyngelagtigt, skurkagtige