Μόσχευμα στα δανικά
Μετάφραση: μόσχευμα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
graft, transplantat, transplantatet, implantatet
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μόσχευμα
μόσχευμα ελιάς, μόσχευμα γαρδένιας, μόσχευμα ζωής, μόσχευμα λεμονιάς, μόσχευμα λεβάντας, μόσχευμα λεξικό γλώσσας δανικά, μόσχευμα στα δανικά
Μεταφράσεις
- μόρτης στα δανικά - rumpe, bagdel, ende, ryggesløse, slyngelagtigt, skurkagtige
- μόρφωση στα δανικά - opdragelse, uddannelse, undervisning, uddannelser, uddannelses-
- μόχθος στα δανικά - slid, Møje, Arbeide, slide, hårdt arbejde
- μύγα στα δανικά - flue, flyve, fly, flyver, føre, at flyve
Τυχαίες λέξεις
Μόσχευμα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: graft, transplantat, transplantatet, implantatet
Μεταφράσεις: graft, transplantat, transplantatet, implantatet