Μόσχευμα στα τούρκικα
Μετάφραση: μόσχευμα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
aşı, greft, graft, grefti, greftin
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μόσχευμα
μόσχευμα ελιάς, μόσχευμα γαρδένιας, μόσχευμα ζωής, μόσχευμα λεμονιάς, μόσχευμα λεβάντας, μόσχευμα λεξικό γλώσσας τούρκικα, μόσχευμα στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- μόρτης στα τούρκικα - dip, alçakça, rascally, aşağılık, ahlaksız, alçak
- μόρφωση στα τούρκικα - eğitim, Eğitimi, öğretim, Öğrenim, eğitimleri
- μόχθος στα τούρκικα - iş, zahmet, toil, uğraş, emek, sıkıntı
- μύγα στα τούρκικα - sinek, uçmak, fly, kalkan, uçuş hedefi
Τυχαίες λέξεις
Μόσχευμα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: aşı, greft, graft, grefti, greftin
Μεταφράσεις: aşı, greft, graft, grefti, greftin