Μόσχευμα στα ρουμανικά
Μετάφραση: μόσχευμα, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
mită, grefa, grefă, grefei, altoi, a grefei, de grefă
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μόσχευμα
μόσχευμα ελιάς, μόσχευμα γαρδένιας, μόσχευμα ζωής, μόσχευμα λεμονιάς, μόσχευμα λεβάντας, μόσχευμα λεξικό γλώσσας ρουμανικά, μόσχευμα στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- μόρτης στα ρουμανικά - fund, vagabond, pungaş, mișel, ticălos, blestemat, nemernic
- μόρφωση στα ρουμανικά - educație, educației, educația, învățământ, învățământul
- μόχθος στα ρουμανικά - muncă, trudă, truda, osteneala, trudei, muncă grea
- μύγα στα ρουμανικά - muscă, zbura, acoperi, a acoperi, zboară, zboare
Τυχαίες λέξεις
Μόσχευμα στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: mită, grefa, grefă, grefei, altoi, a grefei, de grefă
Μεταφράσεις: mită, grefa, grefă, grefei, altoi, a grefei, de grefă