Μόσχευμα στα ισλανδικά
Μετάφραση: μόσχευμα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ígræðslu, græðlings, ígrædds líffæris, á ígræðslu, byrjar ekki strax
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μόσχευμα
μόσχευμα ελιάς, μόσχευμα γαρδένιας, μόσχευμα ζωής, μόσχευμα λεμονιάς, μόσχευμα λεβάντας, μόσχευμα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, μόσχευμα στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- μόρτης στα ισλανδικά - aumingi, rascally
- μόρφωση στα ισλανδικά - menntun, menntunar, nám, fræðsla, aðgreiningar
- μόχθος στα ισλανδικά - erfiði, strit, it
- μύγα στα ισλανδικά - hrökkva, fljúga, fluga, flogið, flýgur, fljúga í, að fljúga
Τυχαίες λέξεις
Μόσχευμα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ígræðslu, græðlings, ígrædds líffæris, á ígræðslu, byrjar ekki strax
Μεταφράσεις: ígræðslu, græðlings, ígrædds líffæris, á ígræðslu, byrjar ekki strax