Ναυλώνω στα δανικά

Μετάφραση: ναυλώνω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
charter, chartring, chartret, charteret, chartrets
Ναυλώνω στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ναυλώνω

ναυλώνω λεξικό γλώσσας δανικά, ναυλώνω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ναυαγώ στα δανικά - synke, sænke, vask, dykke, kastet, støbt, kaste, ...
  • ναυαρχείο στα δανικά - admiralitet, Admiralty, søretlige, admiralitetet, marineminister
  • ναυτίλος στα δανικά - nautilus, af Nautilus
  • ναυτικό στα δανικά - navy, marineblå, flåde, flåden
Τυχαίες λέξεις
Ναυλώνω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: charter, chartring, chartret, charteret, chartrets