Νοσταλγία στα δανικά
Μετάφραση: νοσταλγία, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
nostalgi, nostalgien, nostalgisk
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νοσταλγία
νοσταλγία συνώνυμο, νοσταλγία ποίηση, νοσταλγία στίχοι, νοσταλγία ετυμολογία, νοσταλγία συνώνυμα, νοσταλγία λεξικό γλώσσας δανικά, νοσταλγία στα δανικά
Μεταφράσεις
- νοσοκομειακό στα δανικά - ambulance, hospital, hospitalet, sygehus, sygehuset, hospitalsbehandling
- νοσοκόμα στα δανικά - pleje, sygeplejerske, amme, sygeplejersken, sygeplejersker, sygeplejerske med
- νοσταλγικός στα δανικά - nostalgisk, nostalgiske, nostalgi
- νοστιμίζω στα δανικά - årstid, sæson, relish, nyde, begejstret, smage, chutney
Τυχαίες λέξεις
Νοσταλγία στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: nostalgi, nostalgien, nostalgisk
Μεταφράσεις: nostalgi, nostalgien, nostalgisk