Ξεφορτώνω στα δανικά
Μετάφραση: ξεφορτώνω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
losse, læsse, fjerne, aflæsse, aflæsning
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξεφορτώνω
ξεφορτώνω συνώνυμο, ξεφορτώνω συνώνυμα, ξεφορτώνω λεξικό γλώσσας δανικά, ξεφορτώνω στα δανικά
Μεταφράσεις
- ξεφλουδίζω στα δανικά - bark, Shuck
- ξεφορτώνομαι στα δανικά - arbejde ud, arbejde fra, arbejde uden, at arbejde fra, at arbejde uden
- ξεφτίζω στα δανικά - flosse, Fray, kampen, af Fray, i Fray
- ξεφτιλίζω στα δανικά - ydmyge, ydmyger, at ydmyge, nedværdige, ydmygede
Τυχαίες λέξεις
Ξεφορτώνω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: losse, læsse, fjerne, aflæsse, aflæsning
Μεταφράσεις: losse, læsse, fjerne, aflæsse, aflæsning