Ξεφορτώνω στα ουκρανικά

Μετάφραση: ξεφορτώνω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вивантажувати, позбуватися, полегшувати, розвантажувати
Ξεφορτώνω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ξεφορτώνω

ξεφορτώνω συνώνυμο, ξεφορτώνω συνώνυμα, ξεφορτώνω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ξεφορτώνω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ξεφλουδίζω στα ουκρανικά - лупитися, шкаралупа, сходити, шкірочку, лушпайку, лушпиння, лушпайка, ...
  • ξεφορτώνομαι στα ουκρανικά - звалище, драже, розвантажувати, перекидати, відпрацьовувати, відпрацьовуватимуть, відробляти, ...
  • ξεφτίζω στα ουκρανικά - зношувати, зіткнення, потріпати, протирати, бійка, драка
  • ξεφτιλίζω στα ουκρανικά - принижувати, принизьте, понижувати, знижувати, принижуватиме
Τυχαίες λέξεις
Ξεφορτώνω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: вивантажувати, позбуватися, полегшувати, розвантажувати