Ξόρκι στα δανικά

Μετάφραση: ξόρκι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
tid, besværgelse, besværgelsesformular, besværgelser, besvrgelse
Ξόρκι στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ξόρκι

ξόρκι για χρέη, ξόρκι για καλή τύχη, ξόρκι επαναφοράς, ξόρκι για να τηλεφωνήσει, ξόρκι με αίμα περιόδου, ξόρκι λεξικό γλώσσας δανικά, ξόρκι στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ξυράφι στα δανικά - barbermaskine, razor, barberkniv, skraber, barbermaskiner
  • ξυρίζομαι στα δανικά - barbering, barbere, barberer, barbere sig, at barbere
  • ξύδι στα δανικά - eddike, vineddike
  • ξύλινος στα δανικά - træ, i træ, af træ, wooden
Τυχαίες λέξεις
Ξόρκι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: tid, besværgelse, besværgelsesformular, besværgelser, besvrgelse