Ξόρκι στα ολλανδικά

Μετάφραση: ξόρκι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
aantrekkelijkheid, tijd, poos, spellen, betovering, bezwering, bezweringsformule, incantatie, incantation, spreuk
Ξόρκι στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ξόρκι

ξόρκι για χρέη, ξόρκι για καλή τύχη, ξόρκι επαναφοράς, ξόρκι για να τηλεφωνήσει, ξόρκι με αίμα περιόδου, ξόρκι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ξόρκι στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ξυράφι στα ολλανδικά - scheermes, scheerapparaat, razor, scheermesje, scheermesjes
  • ξυρίζομαι στα ολλανδικά - afscheren, scheren, scheerbeurt, te scheren, scheer
  • ξύδι στα ολλανδικά - edik, azijn, in azijn, de azijn
  • ξύλινος στα ολλανδικά - houten, hout, van houten, een houten
Τυχαίες λέξεις
Ξόρκι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: aantrekkelijkheid, tijd, poos, spellen, betovering, bezwering, bezweringsformule, incantatie, incantation, spreuk