Οδόφραγμα στα δανικά
Μετάφραση: οδόφραγμα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
barrikade, barrikaden, barrikaderne, barricade
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οδόφραγμα
οδόφραγμα blogspot, οδόφραγμα αγίου δομετίου, οδόφραγμα λήδρα πάλας, οδόφραγμα λιμνίτη, οδόφραγμα λήδρας, οδόφραγμα λεξικό γλώσσας δανικά, οδόφραγμα στα δανικά
Μεταφράσεις
- οδυρμός στα δανικά - klagesang, Klage, klageråb, bedrøvelse, Graad
- οδός στα δανικά - gade, gaden, street
- οδύνη στα δανικά - kvaler, angst, smerte, kval, pine
- οθόνη στα δανικά - monitor, skærm, skærmen, skærmbilledet, skærmbillede
Τυχαίες λέξεις
Οδόφραγμα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: barrikade, barrikaden, barrikaderne, barricade
Μεταφράσεις: barrikade, barrikaden, barrikaderne, barricade