Οδόφραγμα στα ιταλικά
Μετάφραση: οδόφραγμα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
barricare, barricata, barricade, barriera, barricata di, barricate
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οδόφραγμα
οδόφραγμα blogspot, οδόφραγμα αγίου δομετίου, οδόφραγμα λήδρα πάλας, οδόφραγμα λιμνίτη, οδόφραγμα λήδρας, οδόφραγμα λεξικό γλώσσας ιταλικά, οδόφραγμα στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- οδυρμός στα ιταλικά - compiangere, nenia, lamento, gemito, lamentazione, lamenti, pianto, ...
- οδός στα ιταλικά - via, strada, stradale, per strada, di strada
- οδύνη στα ιταλικά - pena, angoscia, angosce, l'angoscia, dell'angoscia, di angoscia
- οθόνη στα ιταλικά - vetrina, mostra, dimostrare, presentare, indicare, sorvegliare, esibizione, ...
Τυχαίες λέξεις
Οδόφραγμα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: barricare, barricata, barricade, barriera, barricata di, barricate
Μεταφράσεις: barricare, barricata, barricade, barriera, barricata di, barricate