Παράθυρο στα δανικά
Μετάφραση: παράθυρο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
vindue, vinduet
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παράθυρο
παράθυρο καθρέφτης, παράθυρο στα όνειρα, παράθυρο αλουμινίου τιμή, παράθυρο πολίτης, παράθυρο στον ήλιο, παράθυρο λεξικό γλώσσας δανικά, παράθυρο στα δανικά
Μεταφράσεις
- παράδοση στα δανικά - overlevering, tradition, traditionen, traditioner, tradition for
- παράθεση στα δανικά - apposition, anbringelse, anbringelsen, hosstilling, remodelleringen
- παράκαιρος στα δανικά - ubelejlig, ubelejligt, uheldigt, ubelejlige, uheldig
- παράκαμψη στα δανικά - omvej, afstikker, omvejen, omkørsel
Τυχαίες λέξεις
Παράθυρο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: vindue, vinduet
Μεταφράσεις: vindue, vinduet