Παραγραφή στα δανικά
Μετάφραση: παραγραφή, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
recept, bortfalder, bortfald, lapse, forældelse
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παραγραφή
παραγραφή εν επιδικία, παραγραφή πλημμελημάτων 2012, παραγραφή ποινών, παραγραφή αξιώσεων, παραγραφή πταισμάτων, παραγραφή λεξικό γλώσσας δανικά, παραγραφή στα δανικά
Μεταφράσεις
- παραγγελιοδόχος στα δανικά - AGENT, REPRÆSENTANT, STOF, AGENS, BEFULDMAEGTIGEDE
- παραγνωρίζω στα δανικά - udelade, fejl, fejltagelse, fejlen, en fejltagelse
- παραγωγή στα δανικά - produktion, produktionen, fremstilling, produktions-, produktion af
- παραγωγικός στα δανικά - frugtbar, produktiv, produktive, produktivt, produktionskapacitet, produktivitet
Τυχαίες λέξεις
Παραγραφή στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: recept, bortfalder, bortfald, lapse, forældelse
Μεταφράσεις: recept, bortfalder, bortfald, lapse, forældelse