Παραγραφή στα ολλανδικά
Μετάφραση: παραγραφή, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
voorschrift, recept, verloop, verlopen, lapse, vervallen, verstrijken
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παραγραφή
παραγραφή εν επιδικία, παραγραφή πλημμελημάτων 2012, παραγραφή ποινών, παραγραφή αξιώσεων, παραγραφή πταισμάτων, παραγραφή λεξικό γλώσσας ολλανδικά, παραγραφή στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- παραγγελιοδόχος στα ολλανδικά - lasthebber, gecommitteerde, volmacht, AGENT, GEMACHTIGDE, DE AGENT, MIDDEL, ...
- παραγνωρίζω στα ολλανδικά - nalaten, verzaken, uitlaten, vergissing, fout, dwaling, ongeluk, ...
- παραγωγή στα ολλανδικά - ontwikkeling, product, afstaan, rendement, producten, productie, eliminatie, ...
- παραγωγικός στα ολλανδικά - vruchtbaar, produktief, productieve, productief, productiever
Τυχαίες λέξεις
Παραγραφή στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: voorschrift, recept, verloop, verlopen, lapse, vervallen, verstrijken
Μεταφράσεις: voorschrift, recept, verloop, verlopen, lapse, vervallen, verstrijken