Πικάντικος στα δανικά
Μετάφραση: πικάντικος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
bidende, stikkende, skarp, skarpe, gennemtrængende
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πικάντικος
πικάντικος κιμάς, πικάντικος λεξικό γλώσσας δανικά, πικάντικος στα δανικά
Μεταφράσεις
- πιθανότητα στα δανικά - lejlighed, chance, tilfældig, held, tilfælde, sandsynlighed, sandsynligheden, ...
- πικάντικο στα δανικά - krydret, spicy, kryddersaucer, krydrede
- πικρά στα δανικά - bitter, bitre, bittert
- πικράδα στα δανικά - bitterhed, bitter, bitterheden, bitre
Τυχαίες λέξεις
Πικάντικος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: bidende, stikkende, skarp, skarpe, gennemtrængende
Μεταφράσεις: bidende, stikkende, skarp, skarpe, gennemtrængende