Πικάντικος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: πικάντικος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
pungente, picante, pungent, acre, penetrante
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πικάντικος
πικάντικος κιμάς, πικάντικος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πικάντικος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- πιθανότητα στα πορτογαλικά - ocorrência, acontecimento, possibilidade, ensejo, probabilidade, probabilidade de, de probabilidade, ...
- πικάντικο στα πορτογαλικά - picante, apimentado, spicy, Condimentadas, picantes
- πικρά στα πορτογαλικά - amargo, amarga, amargas, bitter, amargos
- πικράδα στα πορτογαλικά - amargura, amargor, a amargura, rancor, amarguras
Τυχαίες λέξεις
Πικάντικος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: pungente, picante, pungent, acre, penetrante
Μεταφράσεις: pungente, picante, pungent, acre, penetrante