Πικάντικος στα ισλανδικά
Μετάφραση: πικάντικος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
pungent, beiskur, áberandi lykt, hefur áberandi lykt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πικάντικος
πικάντικος κιμάς, πικάντικος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, πικάντικος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- πιθανότητα στα ισλανδικά - tilviljun, happ, hending, tækifæri, líkur, líkurnar, líkur á, ...
- πικάντικο στα ισλανδικά - kryddaður, sterkan, krydduðum, krydduð, kryddað
- πικρά στα ισλανδικά - bitur, biturt, beiskt, beiskju, beisk
- πικράδα στα ισλανδικά - biturð, beiskja, beiskju, Biturleiki, Biturðin
Τυχαίες λέξεις
Πικάντικος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: pungent, beiskur, áberandi lykt, hefur áberandi lykt
Μεταφράσεις: pungent, beiskur, áberandi lykt, hefur áberandi lykt