Πλεύση στα δανικά
Μετάφραση: πλεύση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
kursus, bane, sejlads, sejle, sejler, sejlsport, at sejle
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλεύση
πλεύση φυσική, πλεύση όρτσα, πλεύση συνώνυμα, πλεύση και βύθιση, περιοδικό πλεύση, πλεύση λεξικό γλώσσας δανικά, πλεύση στα δανικά
Μεταφράσεις
- πλευρό στα δανικά - spant, ribben, side, siden, kanten, sider
- πλεόνασμα στα δανικά - overskud, overskydende, overskuddet, overskud på
- πληγή στα δανικά - sår, såret, viklet
- πληγώνω στα δανικά - såre, scathe
Τυχαίες λέξεις
Πλεύση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: kursus, bane, sejlads, sejle, sejler, sejlsport, at sejle
Μεταφράσεις: kursus, bane, sejlads, sejle, sejler, sejlsport, at sejle