Πλεύση στα πορτογαλικά

Μετάφραση: πλεύση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
percurso, naturalmente, cotação, curso, prato, navegação, veleiro, vela, navigação, sailing
Πλεύση στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πλεύση

πλεύση φυσική, πλεύση όρτσα, πλεύση συνώνυμα, πλεύση και βύθιση, περιοδικό πλεύση, πλεύση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πλεύση στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • πλευρό στα πορτογαλικά - costela, rítmico, reforço, lado, lateral, lados, lado do, ...
  • πλεόνασμα στα πορτογαλικά - excedente, superar, excesso, extrapolar, superávit, excedentes, excedente de
  • πληγή στα πορτογαλικά - praga, calamidade, flagelo, ferida, ferimento, feridas, da ferida, ...
  • πληγώνω στα πορτογαλικά - lesão, apressar, dano, ferir, inconveniente, ferida, vulnerar, ...
Τυχαίες λέξεις
Πλεύση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: percurso, naturalmente, cotação, curso, prato, navegação, veleiro, vela, navigação, sailing