Πλύνω στα δανικά
Μετάφραση: πλύνω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
vaske, vask, Wash, Skyl, vaskes
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλύνω
να πλύνω, θα πλύνω, πλύνω λεξικό γλώσσας δανικά, πλύνω στα δανικά
Μεταφράσεις
- πλούτος στα δανικά - rigdom, velstand, væld, formue, stort
- πλωτός στα δανικά - flydende, flyder, variabelt, variabel, svævende
- πλύση στα δανικά - vask, vaske, Wash, Skyl, vaskes
- πλύσιμο στα δανικά - vask, vaske, vaskning, vaskemaskine, at vaske
Τυχαίες λέξεις
Πλύνω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: vaske, vask, Wash, Skyl, vaskes
Μεταφράσεις: vaske, vask, Wash, Skyl, vaskes