Πλύνω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: πλύνω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
lavar, lavagem, varsóvia, banhar, de lavagem, lavagem à, Somente lavagem
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλύνω
να πλύνω, θα πλύνω, πλύνω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πλύνω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- πλούτος στα πορτογαλικά - haver, riqueza, fraca, riquezas, a riqueza, de riqueza, da riqueza
- πλωτός στα πορτογαλικά - flutuante, flutuando, flutuação, flutuar, flutuantes
- πλύση στα πορτογαλικά - lavagem, de lavagem, lavagem à, lavar, Somente lavagem
- πλύσιμο στα πορτογαλικά - lavagem, lavar, lavar roupa, de lavar roupa, de lavar
Τυχαίες λέξεις
Πλύνω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: lavar, lavagem, varsóvia, banhar, de lavagem, lavagem à, Somente lavagem
Μεταφράσεις: lavar, lavagem, varsóvia, banhar, de lavagem, lavagem à, Somente lavagem