Πλύνω στα ουκρανικά
Μετάφραση: πλύνω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
був, мити
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλύνω
να πλύνω, θα πλύνω, πλύνω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πλύνω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- πλούτος στα ουκρανικά - добробут, багатство, багатства
- πλωτός στα ουκρανικά - плаваючий, рухомий, плавання, коливний, плаває, плаваюча, що плаває, ...
- πλύση στα ουκρανικά - слабкість, слабість, водянистість, кволість, мити
- πλύσιμο στα ουκρανικά - вмитись, вмитися, промивання, мийка, миття, Мойка
Τυχαίες λέξεις
Πλύνω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: був, мити
Μεταφράσεις: був, мити