Πορνογραφία στα δανικά
Μετάφραση: πορνογραφία, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
pornografi, børnepornografi, porno, pornografiens
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πορνογραφία
πορνογραφία λεξικό γλώσσας δανικά, πορνογραφία στα δανικά
Μεταφράσεις
- πορεία στα δανικά - titel, vej, rute, overskrift, kursus, naturligvis, selvfølgelig, ...
- πορθμός στα δανικά - stræde, strædet, Strait, snævre
- πορσελάνη στα δανικά - porcelæn, af porcelæn, porcelænet, porcelæns
- πορτοκάλι στα δανικά - appelsin, orange, Orange, i Orange, orangefarvet
Τυχαίες λέξεις
Πορνογραφία στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: pornografi, børnepornografi, porno, pornografiens
Μεταφράσεις: pornografi, børnepornografi, porno, pornografiens