Πορνογραφία στα ουκρανικά
Μετάφραση: πορνογραφία, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
порнографічний, порнографія, порнография, порнографії
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πορνογραφία
πορνογραφία λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πορνογραφία στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- πορεία στα ουκρανικά - назва, рубрика, заголовок, курс, шлях, траса, буркун, ...
- πορθμός στα ουκρανικά - протока, нестаток, проливши, нужда, протоку, пролив, протоки
- πορσελάνη στα ουκρανικά - багатолюдний, фарфор, порцеляна, порцеляну, фарфору, з фарфору
- πορτοκάλι στα ουκρανικά - оранжевий, апельсин, жовтогарячий, помаранчевий
Τυχαίες λέξεις
Πορνογραφία στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: порнографічний, порнографія, порнография, порнографії
Μεταφράσεις: порнографічний, порнографія, порнография, порнографії