Πουλώ στα δανικά
Μετάφραση: πουλώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
sælge, jeg sælger, jeg sælge, sælger jeg
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πουλώ
πουλώ κλίση, πουλάω αγγλικά, παραμύθια πουλώ, ρήμα πουλώ, πουλώ αγοράζω, πουλώ λεξικό γλώσσας δανικά, πουλώ στα δανικά
Μεταφράσεις
- πουλάρι στα δανικά - føl, føllet, foal, fol, drægtig
- πουλί στα δανικά - fugl, fugle, bird, fuglen
- πουρμπουάρ στα δανικά - tå, drikkepenge, top, spids, tip, spidsen, pris
- πούδρα στα δανικά - krudt, pudder, pulver, støv, pulveret, pulverform
Τυχαίες λέξεις
Πουλώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: sælge, jeg sælger, jeg sælge, sælger jeg
Μεταφράσεις: sælge, jeg sælger, jeg sælge, sælger jeg