Πουλώ στα πορτογαλικά

Μετάφραση: πουλώ, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
vender, mesma, ceder, comerciar, mesmo, I, eu, que eu, que, me
Πουλώ στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πουλώ

πουλώ κλίση, πουλάω αγγλικά, παραμύθια πουλώ, ρήμα πουλώ, πουλώ αγοράζω, πουλώ λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πουλώ στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • πουλάρι στα πορτογαλικά - potro, foal, do potro, potro do, potro de
  • πουλί στα πορτογαλικά - ave, moça, rapariga, garota, menina, aves, pássaro, ...
  • πουρμπουάρ στα πορτογαλικά - bico, pico, cimo, cume, minúsculo, ponta, ápice, ...
  • πούδρα στα πορτογαλικά - pobreza, pó, em pó, pó de, de pó, do pó
Τυχαίες λέξεις
Πουλώ στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: vender, mesma, ceder, comerciar, mesmo, I, eu, que eu, que, me