Πουλώ στα ουκρανικά
Μετάφραση: πουλώ, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
продаватися, продавати, продати, торгувати, Я
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πουλώ
πουλώ κλίση, πουλάω αγγλικά, παραμύθια πουλώ, ρήμα πουλώ, πουλώ αγοράζω, πουλώ λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πουλώ στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- πουλάρι στα ουκρανικά - лоша, жеребитися, осля, кольт, верблюденя, лошатко, жеребенок, ...
- πουλί στα ουκρανικά - птиця, вразити, пташка, уразити, волан, птахів, птах, ...
- πουρμπουάρ στα ουκρανικά - звалювати, нахил, нахиляння, наконечник, накінечник
- πούδρα στα ουκρανικά - злиденний, порошок
Τυχαίες λέξεις
Πουλώ στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: продаватися, продавати, продати, торгувати, Я
Μεταφράσεις: продаватися, продавати, продати, торгувати, Я