Πρόσκαιρος στα αγγλικά
Μετάφραση: πρόσκαιρος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
temporary, impermanent, temporal
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: πρόσκαιρος
temporal
- χρονικός
- κοσμικός
- κροταφικός
- πρόσκαιρος
- παροδικός
- πρόσκαιρος
- όχι μόνιμος
Σχετικές λέξεις: πρόσκαιρος
πρόσκαιρος συνώνυμο, πρόσκαιρος λεξικό, πρόσκαιρος λεξικό γλώσσας αγγλικά, πρόσκαιρος στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- πρόσθετος στα αγγλικά - additional, extra, additive, an additional
- πρόσθιος στα αγγλικά - anterior, front, forebrain, fore, frontal
- πρόσκληση στα αγγλικά - invitation, call, a call, invitation to, the invitation
- πρόσκοπος στα αγγλικά - scout, boy scout, Scouting, a scout, Scouting was
Τυχαίες λέξεις
Πρόσκαιρος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: temporary, impermanent, temporal
Μεταφράσεις: temporary, impermanent, temporal