Προθυμία στα δανικά
Μετάφραση: προθυμία, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
villighed, vilje, vilje til, villig, villige
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προθυμία
προθυμία μετάφραση, προθυμία francais, προθυμία συνωνυμα, προθυμία συνώνυμο, προθυμία πληρωμήσ, προθυμία λεξικό γλώσσας δανικά, προθυμία στα δανικά
Μεταφράσεις
- προηγούμενος στα δανικά - forbigangen, tidligere, forrige, foregående, forudgående, sidste
- προθάλαμος στα δανικά - foyer, hall, sal, Vestibule, forhal, forhallen, vestibulen, ...
- προικίζω στα δανικά - Dower, medgift, enkesæde for, enkesæde, af Dower
- προικισμένος στα δανικά - begavet, begavede, talentfulde, talentfuld, dygtig
Τυχαίες λέξεις
Προθυμία στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: villighed, vilje, vilje til, villig, villige
Μεταφράσεις: villighed, vilje, vilje til, villig, villige