Προσπέλαση στα δανικά

Μετάφραση: προσπέλαση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
angreb, adgang, adgangen, adgang til, aktindsigt, få adgang
Προσπέλαση στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προσπέλαση

προσπέλαση αγγλικα, προσπέλαση βικιλεξικο, προσπέλαση πρόταση, προσπέλαση σημασια, προσπελαση συνώνυμο, προσπέλαση λεξικό γλώσσας δανικά, προσπέλαση στα δανικά

Μεταφράσεις

  • προσοχή στα δανικά - pleje, varetægt, opmærksomhed, opmærksom, vægt, opmærksomheden, opmærksomme
  • προσπάθεια στα δανικά - indsats, forsøg, anstrengelse, prøve, forsøge, indsats for, indsatsen, ...
  • προσπαθώ στα δανικά - forsøg, teste, indsats, anstrengelse, prøve, forsøge, forsøger, ...
  • προσπερνώ στα δανικά - overhale, indhente, overhaler, overtage, at overhale
Τυχαίες λέξεις
Προσπέλαση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: angreb, adgang, adgangen, adgang til, aktindsigt, få adgang