Προσπέλαση στα πορτογαλικά

Μετάφραση: προσπέλαση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
crise, agressão, ataque, acesso, o acesso, de acesso, acesso à, acesso para
Προσπέλαση στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προσπέλαση

προσπέλαση αγγλικα, προσπέλαση βικιλεξικο, προσπέλαση πρόταση, προσπέλαση σημασια, προσπελαση συνώνυμο, προσπέλαση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, προσπέλαση στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • προσοχή στα πορτογαλικά - atenção, preocupação, cuidado, zelo, a atenção, atenções, de atenção
  • προσπάθεια στα πορτογαλικά - experimentar, esforço, ensaiar, proposta, campanha, acometer, tentativa, ...
  • προσπαθώ στα πορτογαλικά - tentativa, experimentar, esforço, verdade, acometer, tentar, provar, ...
  • προσπερνώ στα πορτογαλικά - exceder, obscurecer, alcance, ultrapassar, alcançar, ultrapassá, ultrapassar o, ...
Τυχαίες λέξεις
Προσπέλαση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: crise, agressão, ataque, acesso, o acesso, de acesso, acesso à, acesso para