Πρόκληση στα δανικά

Μετάφραση: πρόκληση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
udfordre, udfordring, udfordringen, tackling, udfordringer
Πρόκληση στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πρόκληση

πρόκληση 1971, πρόκληση περιόδου, πρόκληση αποβολής, πρόκληση γαλουχίας, πρόκληση συνώνυμο, πρόκληση λεξικό γλώσσας δανικά, πρόκληση στα δανικά

Μεταφράσεις

  • πρόθυμος στα δανικά - villige, villig, villig til, villige til, rede
  • πρόκα στα δανικά - nagle, søm, negl, nail, negle, neglen
  • πρόκριση στα δανικά - kvalifikation, kvalifikationer, kvalificering, kvalifikationsordning, kvalifikationsniveau
  • πρόληψη στα δανικά - fordom, partiskhed, overtro, forebyggelse, forebyggelse af, forebygge, forebyggelsen, ...
Τυχαίες λέξεις
Πρόκληση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: udfordre, udfordring, udfordringen, tackling, udfordringer