Πρόκληση στα πορτογαλικά

Μετάφραση: πρόκληση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
desafiar, arrostar, desafio, desafios, desafio de, provocação
Πρόκληση στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πρόκληση

πρόκληση 1971, πρόκληση περιόδου, πρόκληση αποβολής, πρόκληση γαλουχίας, πρόκληση συνώνυμο, πρόκληση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πρόκληση στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • πρόθυμος στα πορτογαλικά - cobiçoso, sedento, sequioso, ávido, disposto, dispostos, disposta, ...
  • πρόκα στα πορτογαλικά - prego, unha, cravar, mito, cravo, pregar, do prego, ...
  • πρόκριση στα πορτογαλικά - qualificação, codornizes, de qualificação, capacitação, qualificações, formação
  • πρόληψη στα πορτογαλικά - prejuízo, preconceito, prevenção, prevenção de, a prevenção, de prevenção, prevenção da
Τυχαίες λέξεις
Πρόκληση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: desafiar, arrostar, desafio, desafios, desafio de, provocação