Πρώιμος στα δανικά
Μετάφραση: πρώιμος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
tidlig, tidligt, begyndelsen, begyndelsen af, tidlige
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρώιμος
πρώιμοσ κωνσταντίνοσ, πρώιμος γραμματισμός, πρώιμοσ συνώνυμα, πρώιμος μεσαίωνας, πρώιμος ευκλείδης, πρώιμος λεξικό γλώσσας δανικά, πρώιμος στα δανικά
Μεταφράσεις
- πρύμνη στα δανικά - agterstavn, poop, overbygning, trawlrampe, lort
- πρώην στα δανικά - forbigangen, tidligere, førstnævnte, den tidligere, det tidligere, første
- πρώτος στα δανικά - første, først, begyndelse, foerste
- πτήση στα δανικά - flyvning, flugt, fly, flyrejse, søgning, på flybilletter
Τυχαίες λέξεις
Πρώιμος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: tidlig, tidligt, begyndelsen, begyndelsen af, tidlige
Μεταφράσεις: tidlig, tidligt, begyndelsen, begyndelsen af, tidlige