Ρύζι στα δανικά
Μετάφραση: ρύζι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
ris, ris med, rissektoren
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρύζι
ρύζι με γαρίδες, ρύζι πιλάφι, ρύζι για γεμιστά, ρύζι με θαλασσινά, ρύζι με λαχανικά, ρύζι λεξικό γλώσσας δανικά, ρύζι στα δανικά
Μεταφράσεις
- ρόμπα στα δανικά - kjole, robe, kjortel, kåbe, kappe, robe er
- ρόπαλο στα δανικά - kølle, flagermus, klub, bat, battet, er BAT
- ρύθμιση στα δανικά - regeringslov, regel, regulering, forordning, forordningen, forordningens, forordning om
- ρύπανση στα δανικά - forurening, forureningen, af forurening, forurening af
Τυχαίες λέξεις
Ρύζι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: ris, ris med, rissektoren
Μεταφράσεις: ris, ris med, rissektoren