Σαγηνευτικός στα δανικά

Μετάφραση: σαγηνευτικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
glamourøse, glamourøs, glamourøst, glamour
Σαγηνευτικός στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σαγηνευτικός

σαγηνευτικός αγγλικά, σαγηνευτικός συνώνυμα, σαγηνευτικός λεξικό γλώσσας δανικά, σαγηνευτικός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • σαβουρώνω στα δανικά - ballast, savourono
  • σαβούρα στα δανικά - ballast, junk, uønsket, skrammel, uønskede
  • σαγηνεύω στα δανικά - Wile, Grimm, Grim, mens jeg, at wile
  • σαγόνι στα δανικά - kæbe, kæben, kæberne, kæber
Τυχαίες λέξεις
Σαγηνευτικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: glamourøse, glamourøs, glamourøst, glamour