Σαγηνευτικός στα ουγγρικά
Μετάφραση: σαγηνευτικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
elbűvölő, csillogó, ragyogó, elbûvölõ
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαγηνευτικός
σαγηνευτικός αγγλικά, σαγηνευτικός συνώνυμα, σαγηνευτικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, σαγηνευτικός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- σαβουρώνω στα ουγγρικά - ballaszt, fenéksúly, savourono
- σαβούρα στα ουγγρικά - ballaszt, fenéksúly, hulladék, szemét, junk, kéretlen, szemetet
- σαγηνεύω στα ουγγρικά - csábít, Wile, fortély, ravaszság
- σαγόνι στα ουγγρικά - befogópofa, állkapocs, pofa, állkapcsa, állkapcsát, jaw
Τυχαίες λέξεις
Σαγηνευτικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: elbűvölő, csillogó, ragyogó, elbûvölõ
Μεταφράσεις: elbűvölő, csillogó, ragyogó, elbûvölõ