Σαγηνευτικός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: σαγηνευτικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fascinante, glamourosa, glamoroso, glamorous, glamouroso
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαγηνευτικός
σαγηνευτικός αγγλικά, σαγηνευτικός συνώνυμα, σαγηνευτικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, σαγηνευτικός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- σαβουρώνω στα πορτογαλικά - balastro, estiva, savourono
- σαβούρα στα πορτογαλικά - balastro, estiva, junco, lixo, sucata, junk, de lixo
- σαγηνεύω στα πορτογαλικά - encaixar, deslumbrar, encantar, encaixotar, fascinar, terra, artimanha, ...
- σαγόνι στα πορτογαλικά - jarrão, queixada, maxila, mandíbula, maxilar, queixo, da mandíbula
Τυχαίες λέξεις
Σαγηνευτικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: fascinante, glamourosa, glamoroso, glamorous, glamouroso
Μεταφράσεις: fascinante, glamourosa, glamoroso, glamorous, glamouroso