Σκυτάλη στα δανικά

Μετάφραση: σκυτάλη, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
stafetten, Baton, i Baton, stafet, taktstok
Σκυτάλη στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σκυτάλη

σπαρτιατική σκυτάλη, σκυτάλη κυριάκου στυλιανού, σκυτάλη ετυμολογία, σκυτάλη θήβα, σκυτάλη κυριάκος στυλιανού, σκυτάλη λεξικό γλώσσας δανικά, σκυτάλη στα δανικά

Μεταφράσεις

  • σκυλίσιος στα δανικά - hunde, hund, canine, hundens
  • σκυρόδεμα στα δανικά - beton, konkret, konkrete, betonen
  • σκυταλοδρομία στα δανικά - stafet, stafetløb, stafetten
  • σκωρία στα δανικά - slagge, slagger, slaggen, slaggecement
Τυχαίες λέξεις
Σκυτάλη στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: stafetten, Baton, i Baton, stafet, taktstok