Σκυτάλη στα ισλανδικά
Μετάφραση: σκυτάλη, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Baton
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκυτάλη
σπαρτιατική σκυτάλη, σκυτάλη κυριάκου στυλιανού, σκυτάλη ετυμολογία, σκυτάλη θήβα, σκυτάλη κυριάκος στυλιανού, σκυτάλη λεξικό γλώσσας ισλανδικά, σκυτάλη στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- σκυλίσιος στα ισλανδικά - hundur, Canine, hunda, agaður
- σκυρόδεμα στα ισλανδικά - steypu, steinsteypu, steinsteypa, steypa, áþreifanleg
- σκυταλοδρομία στα ισλανδικά - boðhlaup
- σκωρία στα ισλανδικά - gjall, Slag, málmgjallið, sindr, eà ° a -gjall
Τυχαίες λέξεις
Σκυτάλη στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: Baton
Μεταφράσεις: Baton