Σκυτάλη στα πορτογαλικά
Μετάφραση: σκυτάλη, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
vara, batuta, bastão, Baton, de Baton, bastão de
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκυτάλη
σπαρτιατική σκυτάλη, σκυτάλη κυριάκου στυλιανού, σκυτάλη ετυμολογία, σκυτάλη θήβα, σκυτάλη κυριάκος στυλιανού, σκυτάλη λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, σκυτάλη στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- σκυλίσιος στα πορτογαλικά - canino, canine, canina, caninos, cão
- σκυρόδεμα στα πορτογαλικά - formigão, concreto, betão, concreta, de concreto, concretas
- σκυταλοδρομία στα πορτογαλικά - relaxe, relaxar, retransmitir, corrida de revezamento, raça relé, raça de relé, relay race, ...
- σκωρία στα πορτογαλικά - escória, escórias, de escória, escória de, da escória
Τυχαίες λέξεις
Σκυτάλη στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: vara, batuta, bastão, Baton, de Baton, bastão de
Μεταφράσεις: vara, batuta, bastão, Baton, de Baton, bastão de