Σκυτάλη στα ρουμανικά
Μετάφραση: σκυτάλη, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
baston, Baton, bagheta, bastonul, baston de
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκυτάλη
σπαρτιατική σκυτάλη, σκυτάλη κυριάκου στυλιανού, σκυτάλη ετυμολογία, σκυτάλη θήβα, σκυτάλη κυριάκος στυλιανού, σκυτάλη λεξικό γλώσσας ρουμανικά, σκυτάλη στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- σκυλίσιος στα ρουμανικά - canin, canine, canină, canina, câine
- σκυρόδεμα στα ρουμανικά - beton, concret, de beton, concrete, concretă
- σκυταλοδρομία στα ρουμανικά - ștafetă, stafeta, ștafeta, de ștafetă, cursă cu ștafetă
- σκωρία στα ρουμανικά - zgură, zgura, de zgură, zgurii, zgurei
Τυχαίες λέξεις
Σκυτάλη στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: baston, Baton, bagheta, bastonul, baston de
Μεταφράσεις: baston, Baton, bagheta, bastonul, baston de