Σπουδαίος στα δανικά

Μετάφραση: σπουδαίος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
vigtig, stor, store, fantastisk, stort, godt
Σπουδαίος στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σπουδαίος

σπουδαίοσ λόγοσ, σπουδαίος λόγος καταγγελίας σύμβασης εργασίας, σπουδαίος λόγος καταγγελίας μίσθωσης, σπουδαίοσ λόγοσ καταγγελίασ, σπουδαίος έλληνας αθλητής της ιστιοπλοΐας ολυμπιονίκης της ατλάντα το 1996, σπουδαίος λεξικό γλώσσας δανικά, σπουδαίος στα δανικά

Μεταφράσεις

  • σπουδάζω στα δανικά - studium, studere, disciplin, undersøgelse, studie, undersøgelsen, studiet
  • σπουδές στα δανικά - disciplin, studere, studium, undersøgelser, studier, forsøg, undersøgelserne
  • σπουργίτης στα δανικά - spurv, Sparrow, spurven, gråspurv, gråspurven
  • σπουργίτι στα δανικά - spurv, Sparrow, spurven, gråspurv, gråspurven
Τυχαίες λέξεις
Σπουδαίος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: vigtig, stor, store, fantastisk, stort, godt